Η ματιά του Γρηγόρη Τσαμαδιά
Ο Παναθηναϊκός αγωνίστηκε στην Τούμπα με τον ΠΑΟΚ γνωρίζοντας πως η συγκεκριμένη αναμέτρηση θα είναι ένας πρώιμος μικρός τελικός για τη συνέχεια του φετινού πρωταθλήματος.
Οι πράσινοι του Ντιέγκο Αλόνσο έχοντας απωλέσει 5 βαθμούς στις πρώτες τρεις αγωνιστικές της φετινής Superleague, σε θεωρητικά πάντα βατές αναμετρήσεις (ήττα εντός έδρας με Αστέρα AKTOR και ισοπαλία εκτός έδρας με Athens Kallithea), είχαν μείνει πίσω από τους πρωτοπόρους της βαθμολογίας ΠΑΟΚ και Ολυμπιακό και μετέβησαν στη Θεσσαλονίκη με μοναδικό στόχο τους 3 βαθμούς, ώστε να καλύψουν το χαμένο έδαφος.
Η εμφάνιση των παικτών του Αλόνσο ήταν για μία ακόμη φορά προβληματική, χωρίς ωστόσο να μοιάζει με εκείνες των τριών πρώτων αγωνιστικών. Η αμυντική λειτουργία του Παναθηναϊκού ήταν σαφώς καλύτερη από την τελευταία αναμέτρηση με την Athens Kallithea στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, όπου οι πράσινοι δέχθηκαν 26(!) τελικές προσπάθειες, αλλά στη δημιουργία οι παίκτες του τριφυλλιού έμειναν και πάλι μετεξεταστέοι.
Τα πρώτα 25-30 λεπτά της αναμέτρησης ανήκαν ολοκληρωτικά στον ΠΑΟΚ, με τον Παναθηναϊκό να έχει ιδιαίτερα προβλήματα κυρίως από τη δεξιά του πλευρά, όπου ο Τετέ δεν κάλυπτε τον Βαγιαννίδη στα ανεβάσματα του Μπάμπα Ράχμαν.
Παράλληλα για ένα ακόμη παιχνίδι οι παίκτες του τριφυλλιού είχαν τεράστια κενά μεταξύ των γραμμών τους, δίνοντας την ευκαιρία κυρίως στον Σβάμπ (4 τελικές προσπάθειες) να πατάει εύκολα την περιοχή τους και να απειλεί. Οι παίκτες του Ραζβάν Λουτσέσκου κυκλοφορούσαν με άνεση την μπάλα, προσπαθώντας να βγουν με αξιώσεις στην εστία του Ντραγκόφσκι (μία ακόμη MVP εμφάνιση για τον Πολωνό τερματοφύλακα), με τους πράσινους να έρχονται δεύτεροι στις περισσότερες μονομαχίες και να ακολουθούν τον ρυθμό των ασπρόμαυρων.
Από μία τέτοια περίπτωση προήλθε και η μεγαλύτερη ευκαιρία του ΠΑΟΚ στο 11ο λεπτό, όταν ο Μπάμπα γύρισε παράλληλα στον Σβαμπ με τον τελευταίο να σουτάρει από το ύψος της περιοχής και να νικάται εντυπωσιακά από τον Ντραγκόφσκι.
Στη συνέχεια της αναμέτρησης ο Παναθηναϊκός ισορρόπησε το παιχνίδι, κερδίζοντας μέτρα στον αγωνιστικό χώρο, μαζεύοντας τις αποστάσεις των γραμμών του, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να βγει με ιδιαίτερες αξιώσεις μπροστά από την εστία του Κοτάρσκι.
Η πρώτη μεγάλη ευκαιρία για το τριφύλλι ήρθε στο 45ο λεπτό έπειτα από εντυπωσιακή ατομική ενέργεια του Ιωαννίδη, ο οποίος πέρασε από Σβαμπ και Κετζιόρα και γύρισε την μπάλα στον Πελίστρι, με τον Ουρουγουανό να αστοχεί από πλεονεκτική θέση (παρέμβαση Μιχαηλίδη).
Η εικόνα της αναμέτρησης δεν άλλαξε στα επόμενα 45 λεπτά, με τον Παναθηναϊκό να έχει μεν την κατοχή, αλλά να μην μπορεί να δημιουργήσει. Όπως η πρώτη, έτσι και η δεύτερη μεγάλη ευκαιρία του Παναθηναϊκού προήλθε από ατομική ποιότητα του Ιωαννίδη στο 93ο λεπτό της αναμέτρησης, ο οποίος έκανε το γυριστό μετά από σέντρα του Αράο, με τον Κοτάρσκι να αποκρούει εντυπωσιακά και να κρατά το 0-0 στην αναμέτρηση.
Τα επιθετικά όπλα του τριφυλλιού ήταν για ένα ακόμη παιχνίδι αποκομμένα από το υπόλοιπο σύνολο, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να σηκώνεται συνεχώς η μπάλα. Ο Παναθηναϊκός για ακόμη μια φορά δεν αποκόμισε τίποτα δημιουργικά από τον άξονά του, αλλά ούτε και από τις πλευρές του με τους Πελίστρι και Τετέ να μην βοηθούν στο επιθετικό κομμάτι.
Αυτό ίσως είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλείται να διορθώσει άμεσα ο Ντιέγκο Αλόνσο, καθώς η ομάδα του εμφανίζεται σε όλες τις φετινές αναμετρήσεις ακίνδυνη και χωρίς κάποιο συγκεκριμένο επιθετικό πλάνο. Οι πράσινοι απειλούν μόνο από ατομική ποιότητα και επιτίθονται με ανορθόδοξο τρόπο, με γεμίσματα ή κυκλοφορώντας την μπάλα στο δικό τους μισό, ψάχνοντας να βρουν κενά στις αντίπαλες άμυνες.
Ο Παναθηναϊκός τελικά πήρε την ισοπαλία, χωρίς αυτή να είναι καταστροφική ύστερα από την ισοπαλία του Ολυμπιακού στο Φάληρο με τον Παναιτωλικό, και παρέμεινε στο -5 από την κορυφή. Οι επόμενες τρεις αγωνιστικές θα είναι καθοριστικές για το τριφύλλι και τη συνέχεια του προς τη διεκδίκηση του πρωταθλήματος, αρχής γενομένης από την επόμενη εντός έδρας αναμέτρηση με τον Πανσερραϊκό.