«Κι όμως ο καλόγηρος είχε καταφέρει να φέρει τη θάλασσα με τα δελφίνια μπροστά μας. Μια μαγική εικόνα», δήλωσε ο Γιάννης Ζουγανέλης.
«Αγάπα αυτό που σου συμβαίνει. Μην το κρατάς για σένα. Έκφρασέ το. Προκάλεσε τη χαρά και την αισιοδοξία», γράφει ο Γιάννης Ζουγανέλης απελευθερώνοντας τις σκέψεις του στο νέο του βιβλίο «Τάδε έφη… άνθρωπος ΕΝ ΧΟΡΔΑΙΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΟΙΣ» . Κι έχει χαρίσει πολλά χαμόγελα στον κόσμο όλα αυτά τα χρόνια που… ενορχηστρώνει τη δική του «παράσταση» στη μουσική και την υποκριτική τέχνη, αλλά κυρίως στο «θίασο» της δικής του ψυχής. Μιας ψυχής φλογισμένα δημιουργικής, στην οποία έχουν «υποκλιθεί» και οι ξένοι, απολαμβάνοντας τις ορχηστρικές του μελωδίες. Είναι πραγματική ευλογία να μιλάς με τον Γιάννη Ζουγανέλη.
Ηθοποιός, μουσικοσυνθέτης με σπουδαία βραβεία στο εξωτερικό, μα πάνω απ’ όλα είναι «φιλόσοφος της ζωής», που ξέρει όχι απλά πώς να υπάρχει, αλλά να ΖΕΙ! Ίσως γιατί, όπως χαρακτηριστικά γράφει: «Η διαφορετικότητά σου σε ξεχωρίζει. Σε απομαζικοποιεί».
Αυτή τη σεζόν ψάχνει κρυμμένα μυστικά ως γκουρού Μπάμπα Μπομπ σε… «Κομάντα και Δράκους» του MEGA κι ύστερα χαιρετάει μια αγαπημένη του εδώ και χρόνια, την «Κυρία Επιθεώρηση», στο θέατρο Βέμπο. Πολυσχιδής προσωπικότητα, μας μίλησε για τα δικά του «Κομάντα» από παιδί και τους «Δράκους» που δεν σταμάτησαν την πορεία του. Τη διαφορετικότητα που γνώρισε από μικρός, την πίστη του στο Θείο και τη μεταφυσική του εμπειρία, το παράπονό του αλλά και για ό,τι τον εξοργίζει. Γίνεται χείμαρρος ιδεών και συναισθημάτων μιλώντας μας, και μόνο σ’ ένα μαγικό «φίλτρο ζωής» πιστεύει: Στην αγάπη που είναι «όριά της οι ορίζοντες. Ελευθερώνει σώμα, ψυχή, μυαλό. Ζει την ελευθερία».
Γεννηθήκατε στα Πατήσια, με καταγωγή από τη Μύκονο ο πατέρας σας και Ναξιώτισσα η μητέρα σας. Και οι δυο γονείς σας ήταν κωφάλαλοι.
Ακριβώς. Τα καλοκαίρια πήγαινα στη Μύκονο, γιατί ο μπαμπάς μου Νίκος δούλευε εκεί. Ήταν ένας θαυμάσιος τεχνίτης της οικοδομής, ένας εξαιρετικός άνθρωπος, μια «αγιοποιημένη» προσωπικότητα που πάντοτε, αν και έχουν περάσει πάνω από 20 χρόνια που «έφυγε» από τη ζωή, τον σκέφτομαι με την ίδια ζεστασιά γι’ αυτά που μου είχε προσφέρει, σαν πατέρας, σαν οικογένεια, σαν αγάπη, σαν έρωτας, βλέποντας τη μάνα μου πόσο την πρόσεχε, τη φρόντιζε, τη σεβότανε, καταλάβαινε τη διαφορετικότητά της. Ένας άνθρωπος αναλφάβητος, διότι η τότε ρατσιστική κοινωνία δεν επέτρεπε στους αναπήρους να ισορροπήσουν όπως ο υπόλοιπος κόσμος. Παρ’ όλα αυτά οι γονείς μου κατάφεραν και «διάβαζαν» τη ζωή με το δικό τους τρόπο, με τη δικιά τους κοινωνικότητα, με τη δικιά τους σοφία. Γιατί ο άνθρωπος δεν γίνεται σοφός μόνο με τη γνώση. Η γνώση τον βοηθάει πολύ πιο γρήγορα να προσεγγίσει τη σοφία. Γίνεται σοφός και με την παρατήρηση.
Έτσι από πολύ νωρίς μάθατε τη νοηματική, για να μπορέσετε να επικοινωνήσετε με τους γονείς σας;
Είναι κι αυτή μία βιωματική γλώσσα, μαθαίνεται στη διαδικασία της ζωής και την εξελίσσει ο άνθρωπος που συνομιλεί ανάλογα με την όποια καλλιέργεια έχει. Και δεν βάζω μόνο τις σπουδές. αλλά και την παρατηρητικότητα και την αγάπη να βρεθεί με τον άλλον και να μιλήσει. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν ευτυχισμένα. Ήταν χρόνια πλούσια σε όλα. Ο μπαμπάς μου εργαζόταν σε δύο δουλειές, δηλαδή είχε την καθημερινή του δουλειά, με καλό μεροκάματο, αλλά και δεύτερη, καθώς ήταν συντηρητής στα οικοδομικά υλικά στο γήπεδο του Παναθηναϊκού στη «Λεωφόρο» και πήγαινε δύο-τρεις φορές την εβδομάδα. Ήταν άγιος άνθρωπος ο πατέρας μου. Η μητέρα μου ασχολιόταν με τα οικιακά, αλλά ήταν και εξαιρετική μοδίστρα κι έραβε σπίτι μαζί με την αδελφή της, τη Σταματώ. Αργότερα ο πατέρας μου, επειδή την αγαπούσε και είχε την πολυτέλεια να το πράξει, της είπε: «Μαρία μου, δεν θέλω να κουράζεσαι. Θέλω να είσαι σπίτι και να είσαι ήρεμη». Πάντα με ωραίο και γλυκό τρόπο. Δεν ήταν ποτέ απότομος. Δεν έζησα τίποτα βίαιο στην οικογένειά μου. Μόνο αγάπη. Θυμάμαι να την πηγαίνει βόλτες με το ποδήλατο, να την αγκαλιάζει τρυφερά, πράγματα τόσο ποιητικά, τόσο ωραία.
Στο σχολείο τα άλλα παιδάκια σάς έκαναν μπούλινγκ γι’ αυτή την κατάσταση που βιώνατε με τους γονείς σας;
Όχι, δεν ήμουν από τα παιδάκια που θα μπορούσα να υποστώ την παραμικρή βία. Φυσικά υπήρχαν προβλήματα, αλλά τα ξεπερνούσαμε με αγάπη. Θυμάμαι όταν ερχόταν η μητέρα μου να ρωτήσει τους δασκάλους, γιατί ενδιαφερόταν πολύ για την πρόοδό μου και του μικρότερου αδελφού μου, του Αντώνη, και με ρωτούσαν οι συμμαθητές μου: «Γιατί η μητέρα σου μιλάει έτσι;». Εγώ τους απαντούσα: «Είναι Ιταλίδα». Κι έτσι απέφευγα όλη αυτή την «υστερία» των παιδιών, γιατί στα παιδιά δεν υπάρχει μόνο η αθωότητα. Θυμάμαι ότι κορόιδευαν τον κουτσό της γειτονιάς κι εγώ παρενέβαινα και τους μίλαγα πάρα πολύ σκληρά. Δεν ήμουν από τα παιδιά εκείνα που θα ανέχονταν ούτε στο ελάχιστο τέτοιες συμπεριφορές. Το σπίτι μας ήταν ανοιχτό, φιλόξενο, με τραπέζια στις γιορτές με προσκεκλημένους και μια μάνα εξαιρετική νοικοκυρά που μας πρόσεχε πολύ.
Άρα από παιδάκι ήσασταν έντονος και διεκδικητικός;
Πάντα πίστευα ιδεολογικά πως ούτε αυτό που σου ανήκει δικαιωματικά από το Σύμπαν, αν δεν το διεκδικήσεις, δεν θα το εισπράξεις. Πιστεύω στη διεκδίκηση, στην ιδεολογία, στον αγώνα. Δεν πιστεύω στους τύπους που λένε: «Ωχ αδελφέ!». Πιστεύω ότι πρέπει να διεκδικήσουμε τη ζωή μέχρι την τελευταία μας μέρα, γιατί η τελευταία μέρα για εμάς είναι μια αρχή άλλης μέρας για κάποιους άλλους. Από παιδί παρατηρούσα και έψαχνα τα πράγματα. Κι όπου μου γεννιόταν απορία, είχα δύο λόγους να την διευκρινίσω.
Δηλαδή;
Πρώτα απ’ όλα για να το αντιληφθώ εγώ και μετά να το μεταφέρω στους γονείς μου. Εγώ «κηδεμόνευσα» τους γονείς μου σε όλα τα επίπεδα, γιατί ήταν πολύ μεγάλη η ανάγκη μου να αποδώσω την εξαιρετική τιμή που μου έκαναν να με φέρουν στη ζωή. Κυρίως όμως γιατί διαπίστωσα ότι ήταν τεράστιες προσωπικότητες, οι οποίες δεν έγιναν ποτέ αντιληπτές από την υπόλοιπη κοινωνία. Οι γονείς μου με έμαθαν να σέβομαι τον κάθε άνθρωπο. Αυτοί μου «επέτρεψαν» να μιλώ για τις μοναδικότητες των ανθρώπων κι όχι συλλήβδην τον ατομισμό και τη μαζικότητα.Μπορεί να τα αντιλαμβανόμουνα όλα αυτά μέσα από αντίξοες συνθήκες κοινωνικού ρατσισμού, αλλά τα καταλάβαινα, πάλευα και δεν ντρέπομαι που το λέω.
Από μικρός πιστεύατε στον Θεό και μάλιστα ξεκινήσατε να μαθαίνετε βυζαντινή μουσική δίπλα στον ιεροψάλτη καθηγητή Θ. Θεοδωρακόπουλο.
Μεγάλωσα στον Άγιο Νικόλαο Αχαρνών, η εκκλησία για μένα ήταν μια εξαιρετική πνευματική διαφυγή, γνώρισα σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους. Πράγματι, ο ιεροψάλτης καθηγητής Θ. Θεοδωρακόπουλος έκανε μια παιδική βυζαντινή χορωδία και μαζί με την αλφαβήτα που έμαθα ως παιδί διάβαζα και τις νότες στη βυζαντινή μουσική. Με συνεπήρε το τελετουργικό που είναι επηρεασμένο από όλη την παράδοση του ελληνικού βιώματος, ακόμα και από την αρχαία τραγωδία, έψαξα, έμαθα, είδα και σπούδασα βυζαντινή μουσική. Ήμουν πολύ τυχερός, πήγα στο Ελληνικό Ωδείο. Είχα καθηγητή στα θεωρητικά τον Αντίοχο Ευαγγελάτο. Επίσης, είχα έναν σπουδαίο δάσκαλο, τον συνθέτη Νίκο Μαμαγκάκη, στον οποίο οφείλω τη ζωή μου, τη μουσικότητά μου, ό,τι έχει να κάνει με τη σκέψη μου. Από αυτόν γνώρισα τον Ανδρέα Εμπειρίκο, τον Γιάννη Ρίτσο, τον Κώστα Βάρναλη, οπότε μπήκα κι εγώ σε έναν άλλο δρόμο, διαμόρφωσα μια διαφορετική σκέψη. Έχω αφιέρωση από τον Παντελή Πρεβελάκη που όταν ήμουν 15 χρόνων μού έγραψε: «Στον εκκολαπτόμενο μουσικοσυνθέτη», κι εγώ τρελαινόμουν με αυτά. Εγώ μπήκα στη μουσική και στη γνώση από πολύ μικρός. Σε ηλικία 15 χρόνων έβγαλα τον πρώτο μου δίσκο. Το 1975, πήρα την υποτροφία Βίλι Μπραντ για το έργο μου «Δέκα βυζαντινά δοκίμια» και σπούδασα σύνθεση, ενορχήστρωση και όπερα στην Ακαδημία Τεχνών του Μονάχου, από την οποία και αποφοίτησα με άριστα. Όμως επειδή από το Ωδείο (επειδή δεν έχουμε στην Ελλάδα Ακαδημία Τεχνών) δεν μπορούσα να πάρω την πιστοποίηση για να ακολουθήσω τις σπουδές της υποτροφίας, γράφτηκα στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Είστε από τους ελάχιστους Έλληνες συνθέτες Ορχηστρικής Μουσικής που έργα σας έχουν κυκλοφορήσει σ’ όλο τον κόσμο, ενώ το 2002 πήρατε το βραβείο D. SHARP για τις 500.000 πωλήσεις που ξεπέρασε το σύνολο των έργων σας παγκοσμίως, κάτι που λίγοι γνωρίζουν, όπως και τη μεγάλη καριέρα σας ως συνθέτη στο εξωτερικό.
Ναι, έτσι είναι. Από το 1982 κυκλοφόρησα αρκετές δουλειές μου στην Ευρώπη και την Αμερική. Είμαι πολύ τυχερός, αξιώθηκα να μου συμβεί αυτό διότι κι εγώ αξίωνα τη ζωή, κι αυτή είναι μια αμφίδρομη σχέση. Έχουν κυκλοφορήσει βινύλια και CD μου πάνω από 10 στην Ευρώπη. Και τώρα έχω την ευλογία να κυκλοφορώ στην Αμερική ένα διπλό οργανικό CD με τίτλο: GIANNIS ZOUGANELIS «GREEK FIGURES» και «ΜYTHO-POETRY». Χαίρομαι πολύ γιατί πάει εξαιρετικά καλά. Έχει κυκλοφορήσει σε 15 Πολιτείες της Αμερικής και μιλώ συνέχεια για την ελληνική κουλτούρα μέσα από τα social, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Το μεγάλο μου πρόβλημα και η πίκρα που νιώθω, επειδή είμαι πολυδιάστατος, είναι ότι περισσότερο με αναγνωρίζουν ως ηθοποιό και δη κωμικό (η κωμικότητα είναι ό,τι πιο σοβαρό υπάρχει στη ζωή γι’ αυτούς που καταλαβαίνουν, αν δεν έχεις χιούμορ στη ζωή, δεν έχεις τίποτα,παρόλο που πολλοί έχουν μπερδέψει το κωμικό με τον χαβαλέ), ενώ η μουσική μου υπόσταση με σπουδαίο έργο έχει παραγκωνιστεί.
Έχοντας κάνει αυτό το σπουδαίο συνθετικό έργο στο εξωτερικό, νιώθετε αδικημένος στην Ελλάδα;
Όχι, δεν νιώθω αδικημένος, γιατί η επικοινωνία τις περισσότερες φορές δεν πάει με τους πολλούς. Πάει με τους λίγους. Με τους πολλούς πάει το τραγούδι, έχω πάνω από 100 CD στο βιογραφικό μου (μεταξύ αυτών και τα ΑΡΕΙΜΕΝΙΩΝ «Βλάχικα», σ’ ένα πανάρχαιο ιδίωμα της πρωτοελληνικής γλώσσας). Δεν είναι δημοκρατική η σύγχρονη ζωή. Δυστυχώς, τα ραδιόφωνα παίζουν μόνο επιλεγμένα τραγούδια. Παίζουν αυτό που κατά τη γνώμη τους «πουλάει». Από την άλλη πλευρά, όμως, εγώ κάνω τον προσωπικό μου αγώνα όχι από ματαιοδοξία – δεν είμαι καθόλου ματαιόδοξος. Με ενδιαφέρει το βιογραφικό μου όσο έχει σχέση με το βίωμα. Το κάνω όλο αυτό γιατί θέλω η σκέψη μου να μεταδοθεί.
Μήπως είστε απόλυτος;
Ακριβώς το αντίθετο. Αυτοί που επιλέγουν τα τραγούδια είναι. Από την άλλη, βλέπετε ότι διάγουμε μια ζωή όπου σαφέστατα υπάρχει το κίνημα «#MeToo», το οποίο ασπάζομαι, ταυτόχρονα όμως υπάρχουν εκπομπές στην τηλεόραση όπως το «Bachelor», το οποίο απορώ πως το «#MeToo» δεν έχει κάνει την αναγκαία παρέμβαση να σταματήσει αυτή η χυδαιότητα για τη γυναίκα-τσόντα. Οι γυναίκες δεν είναι έτσι. Οι γυναίκες είναι τρομερά πλάσματα. Δεν είναι αυτά τα πλάσματα. Και δημιουργούν πρότυπα χυδαιότητας στα νέα παιδιά. Ποιος είναι ο απόλυτος; Εγώ ή αυτοί που αγνοούν τη ζωή, τα παιδιά τους, τους πάντες και τα πάντα, προκειμένου να κάνουν πράγματα που εκπορνεύουν τη καθημερινότητά μας; Υπάρχει χυδαιότερο πράγμα απ’ όλα αυτά τα «Big Brother» ή ακόμα και οι τράπερς, τους οποίους ακούνε οι νέοι και συναγωνίζονται ποιος έχει πιο πολλά λεφτά, αμάξια, γούνες ή ντιλ με τα ναρκωτικά; Αυτό είναι πολιτισμός; Αυτό είναι υποπροϊόν, είναι υποκουλτούρα κι αυτά είναι τα «απόλυτα» που δεν προχωράνε τη ζωή.
Δηλαδή, έχουμε μείνει στάσιμοι;
Όχι. Πιστεύω ότι η ζωή θα πάει μπροστά με τους λίγους της νεολαίας που ξέρουν τι ακριβώς συμβαίνει και παρακολουθούν τη ζωή και την εξελίσσουν. Εγώ έχω κι ένα κανάλι στο YouTube, το Giannis Zouganelis-Official Channel, και μέσω Facebook επικοινωνώ τη δουλειά μου και ευχαριστώ αυτούς και αυτές που με ακολουθούν. Επίσης να επισημάνω και κάτι άλλο. Όλοι αυτοί που μας κυβερνούν τα τελευταία χρόνια δεν μερίμνησαν να κάνουν Ακαδημία Τεχνών στην Ελλάδα. Είναι ντροπή! Η Κωνσταντινούπολη έχει πέντε!
Τον τελευταίο καιρό στο θέατρο «έσπασε» ένα… απόστημα με καταγγελίες συναδέλφων σας για σεξουαλικές παρενοχλήσεις. Το περιμένατε;
Στενοχωρήθηκα πάρα πολύ. Σε τέτοια έκταση δεν το περίμενα… Είναι όμως μια ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Η τέχνη της υποκριτικής δεν έχει καθόλου υποκρισία. Η κοινωνία έχει τέτοιες άρρωστες περιπτώσεις ανθρώπων, κι όχι μόνο το θέατρο. Και βέβαια πρέπει να σπάσουν κι άλλα «αποστήματα». Δεν έχει γίνει κάτι μπροστά μου, γιατί σας διαβεβαιώ ότι δεν είμαι από τα παιδάκια που θα σώπαιναν… Θεωρώ ότι πλέον κάθε βίαιος τύπος θα το σκεφτεί να κάνει κάτι τέτοιο, γιατί θα καταγγελθεί. Και πολύ καλά έκαναν οι συναδέλφισσες και τα κατήγγειλαν, και φυσικά τάσσομαι στο πλευρό των θυμάτων.
Πώς νιώθετε όταν κυκλοφορείτε στο δρόμο και οι περισσότεροι -ειδικά οι νέοι- θα πουν για εσάς: «Α, ο Ζουγανέλης έχει πολλή πλάκα»;
Νιώθω πολύ μεγάλη χαρά. Έχω «εισπράξει» όλα αυτά τα χρόνια, και εξακολουθώ, πολλή αγάπη από τον κόσμο. Μερικές φορές νιώθω ότι δεν είμαι αντάξιος αυτής της αποδοχής. Και γι’ αυτό έχω και μια αγωνία να μην προδώσω τους ανθρώπους. Είναι μεγάλο πράγμα να έχεις κάνει τον άλλον να γελάσει.
Παρόλο που εσείς, απ’ ό,τι φαίνεται, τη ζωή δεν την έχετε πάρει καθόλου στην πλάκα.
Αυτό μας έλειπε. Η ζωή είναι πολύ σοβαρό γεγονός για να την πάρεις στην πλάκα. Εγώ θέτω τον εαυτό μου στην καθημερινότητα, ακόμα και για να μπορούμε να την αντιληφθούμε τη ζωή, να μην την ξεχάσουμε. Η ζωή είναι μια υποχρέωση απέναντι στους άλλους. Δεν είναι κάτι που μπορεί να το περάσεις έτσι αβίαστα. Είναι υποχρέωση η αλληλεγγύη. Είναι υποχρέωση να επικοινωνούμε. Είναι μεγάλη «δουλειά» η ζωή.
Νιώθετε ότι λόγω του φιζίκ σας έχετε στερηθεί ρόλους και ταίριαξε πιο πολύ στη σάτιρα ή την κωμωδία;
Όχι. Το θέατρο έχει όλες τις τέχνες μέσα. Έχω δουλέψει σε πάνω από 50 παραστάσεις, συνεργάστηκα από την Καρέζη μέχρι τον Ποταμίτη, ποιον ή ποια να πρωτοπώ που συνεργάστηκα, ήμουν φίλος με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, παρακολουθούσα όλη τη «λογική» του θεάτρου, είναι όλα θέατρο. Μην ξεχωρίζετε τη σάτιρα. Άλλωστε, έχω κάνει όλα τα είδη θεάτρου. Επίσης έχω παίξει πολλούς και διαφορετικούς ρόλους στην τηλεόραση. Φέτος, παίζω σ’ ένα διαφορετικό, μεταφυσικό σίριαλ το «Κομάντα και Δράκοι» του «Mega», όπου κάνω έναν εκπληκτικό ρόλο. Έναν γκουρού, τον Μπάμπα Μπομπ. Εκπληκτικοί συντελεστές, συνάδελφοι εξαιρετικοί. Επίσης συμμετέχει ένα παιδί ΑμΕΑ ,ο Λευτέρης Κοκογιαννάκης, κι αυτό έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Ο τρόπος που δουλεύει ο σκηνοθέτης Θοδωρής Παπαδουλάκης, είναι πολύ απαιτητικός. Μπορεί να δουλέψεις 10 ώρες για να βγάλεις 4 λεπτά ωφέλιμα πλάνα, γιατί είναι ιδιαίτερη αυτή η σειρά και η «οπτική» της. Κάθε επεισόδιο είναι και μια ταινία.
Τον φοβηθήκατε το ρόλο του Μπάμπα Μπομπ;
Είναι ένας εξαιρετικά δύσκολος ρόλος. Με τον Θοδωρή Παπαδουλάκη και τον Κώστα Βαζάκα, που είναι στη συγγραφική ομάδα, μιλάγαμε στο Skype ατέλειωτες ώρες για το πώς θα προσεγγίσουμε αυτόν τον ήρωα. Δεν είναι εύκολο να υποδυθείς έναν ρόλο που στο ελληνικό βίωμα δεν υπάρχει τόσο έντονα. Αν και τώρα υπάρχουν και Άσραμ στην Ελλάδα που ασχολούνται με αυτά. Η ιστορία έχει να κάνει με το μεταφυσικό, τους θρύλους, τις βεντέτες αυτού του μαγικού νησιού, της Κρήτης. Βάζει τα παιδιά που με την αθωότητά τους βοηθούν να αντιληφθούμε ότι στη ζωή υπάρχει και η μεταφυσική.
Επειδή μου είπατε ότι είστε θρήσκος, πιστεύετε και στο μεταφυσικό;
Βεβαίως πιστεύω και στο μεταφυσικό. Δεν είμαι θρησκόληπτος. Πιστεύω στη θέαση, στο θεάζον, που το θεάζω είναι ένα τρομερό ρήμα που έχει μέσα τον Θεό. Όπως και το θέατρο έχει τον Θεό. Το θέατρο θεάζεται και είναι όλα αυτά συγγενή. Αγαπάω ό,τι μας έχει παραδοθεί. Θεωρώ την Ορθοδοξία μια πολύ προηγμένη θρησκεία, διότι έχει την ελευθερία, τον σεβασμό. Άλλωστε στη σπηλιά που θα πάει ο Μπάμπα Μπομπ, θα έρθει ο αδελφός του ο παππάς (Γιάννης Αναστασάκης) και θα υπάρξει μια σύγκρουση μεταξύ θρησκείας και μεταφυσικού, αλλά κι όλο αυτό θα έχει την… αίσθηση της αρμονίας
Έχετε ζήσει κάποια μεταφυσική εμπειρία;
Είχα μια συγκλονιστική μεταφυσική εμπειρία, και μάλιστα μου συνέβη στο Άγιον Όρος, όπου είχα γνωρίσει και τον Άγιο Παΐσιο. Μάλιστα, μου επέτρεψε να έχουμε διαφωνίες, γιατί η διαφωνία φέρνει την αρμονία. Εκεί προσκύνησα οστά που πραγματικά ανέβλυζαν μύρο. Επίσης στη Μονή Σίμωνος Πέτρας βγήκαμε σε ένα μπαλκόνι με έναν καλόγηρο και μου λέει: «Θα δεις και τα δελφίνια να… πετούν». Πράγματι, μετά από πέντε λεπτά προσευχής και αυτοσυγκέντρωσής του, είδαμε μπροστά μας τη θάλασσα και τα δελφίνια να «πετούν» κολυμπώντας. Κι η θάλασσα ήταν χιλιόμετρα μακριά. Κι όμως ο καλόγερος είχε καταφέρει να φέρει τη θάλασσα με τα δελφίνια μπροστά μας. Μια μαγική εικόνα!
Μόλις όμως κυκλοφόρησε και το βιβλίο σας που συνοδεύεται από ένα υπέροχο μουσικό CD. «Τάδε έφη… άνθρωπος ΕΝ ΧΟΡΔΑΙΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΟΙΣ» ο τίτλος του, από τα «Ελληνικά Γράμματα».
Ναι, είναι σκέψεις μου για τη ζωή, για τον άνθρωπο και πώς μπορεί να εξελιχθεί. Συσσωρευμένες σκέψεις, επεξεργασμένες για χρόνια μέσα στο μυαλό μου. «Μιλάω» για πολλά θέματα, δίνω εικόνες, καθένας θα βρει κάτι από τον εαυτό του μέσα σε αυτό. Είναι ένα ποιητικό βιβλίο, χωρίς να είναι ποίηση.
Πράγματι. Είναι οι σκέψεις ενός ΑΝΘΡΩΠΟΥ που ψάχνει τα πάντα, μέσα του και γύρω του. Γράφετε, μεταξύ άλλων:
Να απελευθερωθούμε να βρούμε την ποιότητά μας, να δημιουργήσουμε τη μοναδική συμπαντικά προσωπικότητά μας, τον εαυτό μας, τη γνησιότητα, την αυθεντικότητα.
■ Γίνεσαι ανθρώπινος άνθρωπος με υπόσταση θεϊκή. Θεάζεις και θεάζεσαι, έχεις Θεό. Όταν εκτίθεσαι δεν υποκρίνεσαι.
■ Το αυτονόητο δεν είναι αυτονόητο.
■ Η αγάπη είναι μόνο πράξη.
■ Η διαφορετικότητά σου σε ξεχωρίζει. Σε απομαζικοποιεί.
■ Να δημιουργήσουμε τη δικιά μας παράσταση, ο καθένας ξεχωριστά, για να γεννηθεί αρμονία στο δικό μας θέατρο.
Ας πάμε και στο θέατρο, όπου θα… συναντάτε την «Κυρία Επιθεώρηση» στο Βέμπο, στη νέα μουσική παράσταση του Μάκη Δελαπόρτα και του Στέλιου Παπαδόπουλου.
Είναι ένα μουσικοθεατρικό υπερθέαμα (παραγωγή των Αδελφών Τάγαρη), με έναν εξαιρετικό θίασο, το οποίο δεν έχει σχέση με την επικαιρότητα -παραθέτει κάποια στοιχεία, π.χ. την πανδημία του 1919 σε παραλληλισμό- με αποσπάσματα και αναφορές σε παραστάσεις-σταθμούς της επιθεώρησης εδώ και 120 χρόνια. Από τα «Παναθήναια» της Μαρίκας Κοτοπούλη μέχρι την Ελλάδα του σήμερα. Θέλουμε να κάνουμε τον κόσμο να χαρεί, να θυμηθεί, να συγκινηθεί, να τραγουδήσει, να γελάσει.
Να πάμε και στα προσωπικά σας. Είστε εδώ και 40 χρόνια παντρεμένοι και ευτυχισμένοι με την Ισιδώρα Σιδέρη. Ποιο είναι το μυστικό σας; Δεν υπήρξαν ποτέ «τριγμοί»;
Βεβαίως και υπάρχει μυστικό. Είμαι 40 χρόνια με μια γυναίκα Κυρία σε όλα της, με μια γυναίκα καλή μάνα, με μια γυναίκα πολύ συνεπή απέναντι στη ζωή, με τρόπους και ευγένεια. Αυτό που έχει σημασία είναι να σέβεται ο ένας τον άλλον, να του δείχνει την αγάπη του με πράξεις. Εμείς έτσι ζήσαμε, μεγαλώσαμε την Ελεωνόρα μας, που είμαστε πολύ υπερήφανοι γι’ αυτήν, και συνεχίζουμε. Κι εγώ ό,τι χτίζω δεν μπορώ να το γκρεμίσω. Κι έχει τέτοια γερά θεμέλια που ούτε οι άλλοι μπορούν να το γκρεμίσουν. Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια υπήρξαν κάποιοι «τριγμοί», αλλά το αποτέλεσμα είναι ότι είμαστε μαζί.
Παντρέψατε και την Ελεωνόρα σας. Τι λέτε, θα γίνετε σύντομα παππούς;
Μακάρι. Το θέλω σαν τρελός.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΟΝ ΤΙΜΕ