Σε πανικό βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση, καθώς διαπιστώνει ότι το πολιτικό κόστος από το δυστύχημα στα Τέμπη δεν είναι διαχειρίσιμο. Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια πόσο θα επηρεάσει την ψήφο των πολιτών στις επικείμενες εκλογές, αλλά είναι εξόφθαλμο πως το κλίμα στην κοινωνία, άρα και στο εκλογικό σώμα, είναι πολύ βαρύ για την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό, ενώ μπαίνει τέλος στα σχέδια για αυτοδυναμία.
Ενδεικτικό της αμηχανίας του Μαξίμου είναι ότι ακόμη και η ημερομηνία των εκλογών (είχε διαρρεύσει ημιεπισήμως ότι θα ήταν η 9η Απριλίου) είναι πλέον υπό επανεξέταση. Οι πληροφορίες θέλουν να μην έχει ληφθεί ακόμη απόφαση, καθώς υπάρχουν στο τραπέζι δύο σενάρια με αντίστοιχους υπολογισμούς και πολιτικό σκεπτικό.
Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, οι εκλογές γίνονται σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, αφενός για να γίνει επίδειξη αποφασιστικότητας εκ μέρους του πρωθυπουργού, αφετέρου γιατί κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα εξελιχθεί η κοινωνική δυσαρέσκεια εάν οι εκλογές μετατεθούν για αργότερα.
Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο, η κυβέρνηση περιμένει να καταλαγιάσουν οι πρώτες εντυπώσεις και ακολούθως αποφασίζει σύμφωνα με τις μετρήσεις της κοινής γνώμης που ήδη έχουν ξεκινήσει. Όσοι εισηγούνται την μετάθεση του χρόνου των εκλογών, θεωρούν ότι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα ισχύει το “όσο πιο αργά τόσο πιο καλά”, αφού με τον χρόνο όλα ξεχνιούνται ή ατονούν.
Όχι business as usual
Το δυστύχημα στα Τέμπη αλλάζει τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Όπως προκύπτει, η επικοινωνιακή διαχείριση εκ μέρους της κυβέρνησης –με την συνεργασία των συστημικών μέσων ενημέρωσης και των “ενσωματωμένων” δημοσιογράφων– δεν μπορεί να είναι “business as usual”. Ο αριθμός των νεκρών, οι προσωπικές ιστορίες των θυμάτων, οι κραυγές αγωνίας των συγγενών, η αίσθηση ότι μέσα στο τραίνο θα μπορούσε να είναι το παιδί του καθενός εξακολουθεί να βαραίνει παρά τις ημέρες που περνάνε.
Η κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα, πριν κλείσει εικοσιτετράωρο από το δυστύχημα και βγουν οι σωροί των νεκρών από τα συντρίμμια. Ο πρωθυπουργός απηύθυνε τηλεοπτικό μήνυμα για να αποδώσει το δυστύχημα σε ανθρώπινο λάθος και να ανακοινώσει την συγκρότηση Επιτροπής που θα διερευνήσει τα διαχρονικά αίτια και τις ελλείψεις, με στόχο να διασπείρει την ευθύνη, μειώνοντας την ευθύνη της δικής του κυβέρνησης μετά από τέσσερα χρόνια στην εξουσία.
Επιπλέον, διόρισε ως αντικαταστάτη του παραιτηθέντος υπουργού τον Γιώργο Γεραπετρίτη και με αρμοδιότητα την διερεύνηση των αιτίων. Μέλος της τριμελούς Επιτροπής ορίσθηκε και ο Αθανάσιος Ζηλιασκόπουλος, πρώην διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ το 2010-15 που εκλήθη να διερευνήσει τις ευθύνες και της δικής του διοίκησης! Μπορεί όσοι τον διόρισαν να μην είχαν “τσίπα”, αφού είναι εξόφθαλμη η σύγκρουση συμφερόντων. Αλλά και ο ίδιος δεν όφειλε να μην αποδεχθεί τον διορισμό του, επικαλούμενος ακριβώς τη σύγκρουση συμφερόντων; Την αποδέχθηκε και μόνο όταν εκδηλώθηκε το κύμα των αντιδράσεων εκ μέρους της αντιπολίτευσης, παραιτήθηκε
Παράλληλα, ενεργοποιήθηκε (αυτόκλητα;), ο συστημικός στρατός των δημοσιογράφων για να απαλλάξει εκ προοιμίου τον Κυριάκο Μητσοτάκη και να στρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης στην ξαναζεσταμένη τραγωδία στη Μάτι, κάνοντας βολικές συγκρίσεις. Μόνο που αυτή την φορά η μεθόδευση της κυβέρνησης μάλλον έφερε αντίθετο αποτέλεσμα. Οι πολίτες αντιλήφθηκαν την σπουδή της κυβέρνησης, απέρριψαν το «για όλα φταίει ο σταθμάρχης» και την απέδωσαν σε προσπάθεια συγκάλυψης των ευθυνών. Η συγγνώμη του πρωθυπουργού, πέντε μέρες μετά την τραγωδία, είναι η απόδειξη της αποτυχίας της εν λόγω εκστρατείας.
Μπούμερανγκ η μεθόδευση
Το “ζούμε από τύχη”, έγινε φράση του μέσου πολίτη. Όσο κι αν οι ευθύνες για την κατάσταση στον σιδηρόδρομο είναι πράγματι διαχρονικές –κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί– η κυβέρνηση έχει την πλήρη ευθύνη γιατί δεν είχε εγκατασταθεί το σύγχρονο σύστημα τηλεδιεύθυνσης και ασφάλειας, η έλλειψη του οποίου προκάλεσε το δυστύχημα. Χρόνος υπήρχε, άρα οι λόγοι είναι άλλοι. Ο πρωθυπουργός έριξε το προσωπικό του βάρος υπέρ της θεωρίας ότι για όλα φταίει το ανθρώπινο λάθος για να καλύψει τις δικές του ευθύνες και τώρα εισπράττει την πολιτική απόρριψη. Όπως λέει ο μέσος πολίτης «δεν ντρέπονται να νομίζουν ότι θα μας κοροϊδέψουν έτσι;».
Τελευταίος σταθμός της υπερασπιστικής γραμμής που προέβαλαν με περίσσιο ζήλο οι “ενσωματωμένοι” δημοσιογράφοι είναι ότι «η κυβέρνηση Μητσοτάκη αντέδρασε καλύτερα από ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στο Μάτι», μετατρέποντας το θέμα των νεκρών σε ζήτημα επικοινωνιακής διαχείρισης. Ακόμη και εκεί η επιχειρηματολογία τους πάσχει. Στο Μάτι υπήρχαν εξαιρετικά δυσμενείς καιρικές συνθήκες και πράγματι οι υπεύθυνοι της πυροσβεστικής και της τροχαίας αντέδρασαν με λάθος τρόπο, γεγονός που μεγάλωσε το κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Μόνο που τότε είχαμε μία φυσική καταστροφή, την οποία οι αρχές διαχειρίστηκαν λάθος σε συνθήκες τρόμου μέσα σε λίγη ώρα.
Αντίθετα, στα Τέμπη δεν υπάρχει φυσική καταστροφή, υπάρχει ανθρώπινο λάθος. Η κυβέρνηση είχε τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να μην συμβεί το δυστύχημα. Αρχίζουν και διαφαίνονται υπολογισμοί που σχετίζονται με την ιδιωτικοποίηση, με την απαξίωση των σιδηροδρόμων για να ευνοηθούν οι οδικές μεταφορές και με ανταγωνισμούς εργολάβων για τις προμήθειες. Όσο κι αν τα συστημικά μέσα ενημέρωσης φιλτράρουν τις πληροφορίες η κοινωνία αντιλαμβάνεται «την σαπίλα που υπάρχει», όπως χαρακτηριστικά λέγεται στις συζητήσεις πολιτών.
Υπολογισμοί και αμηχανία
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις η κυβέρνηση δεν έχει καμία πιθανότητα να κερδίσει αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές. Το εάν η ΝΔ θα είναι πρώτο κόμμα πλέον είναι ζητούμενο και όχι δεδομένο. Η προσπάθεια της κυβέρνησης τώρα είναι να πείσει ότι όλοι είναι συνυπεύθυνοι, ώστε να μην κατευθυνθεί η ψήφος των δυσαρεστημένων στον ΣΥΡΙΖΑ. Η βεβαιότητα της απώλειας της αυτοδυναμίας όμως επηρεάζει τους ευρύτερους πολιτικούς σχεδιασμούς και ακολούθως και την συμπεριφορά των πολιτών.
Δίχως αυτοδυναμία δεν υπάρχει κυβέρνηση Μητσοτάκη, αφού ο Νίκος Ανδρουλάκης, που ήδη έχει κόντρα για την υπόθεση των υποκλοπών, θεωρείται αδύνατο να συμφωνήσει σε κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Το εάν θα προκύψει συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ θα εξαρτηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από το εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα στις πρώτες εκλογές με απλή αναλογική.
Υπάρχει, βεβαίως και μία ομάδα στο ΠΑΣΟΚ που ήθελε κυβέρνηση με τη ΝΔ υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Συνεχίζει άραγε να την θέλει και μετά τα Τέμπη; Το εάν η τραγωδία και η χρεοκοπία της στρατηγικής περί αυτοδυναμίας θα ενεργοποιήσει διαδικασίες στο εσωτερικό της ΝΔ είναι ερώτημα. Από την πλευρά του, ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι στιγμής έδειξε αυτοσυγκράτηση. Απέφυγε τις κραυγές και τις καταγγελίες, ακόμη και την έντονη κριτική ακριβώς για να μην επισύρει την κατηγορία ότι επιχειρεί να σπεκουλάρει πάνω στους νεκρούς.
Είναι ενδεικτικό ότι αποφάσισε οι τηλεοπτικές παρουσίες των βουλευτών να αποφασίζονται κεντρικά από την Κουμουνδούρου. Άφησε την κοινωνική αντίδραση να εκδηλωθεί κατά της κυβέρνησης. Στις επόμενες ημέρες βέβαια θα δώσει συνέντευξη Τύπου που θα παρουσιάσει τα δικά του συμπεράσματα και είναι θέμα χρόνου ο Αλέξης Τσίπρας να ζητήσει την παραίτηση της «επικίνδυνης κυβέρνησης». Το εάν θα πετύχει η κοινωνική δυσαρέσκεια να μετατραπεί σε ψήφο υπέρ του είναι πάντως ζητούμενο.
slpress.gr